εἰκοσαετές

εἰκοσαετές
εἰκοσαετής
of twenty years
masc/fem voc sg
εἰκοσαετής
of twenty years
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Βαρσοβία — (Warszawa). Πόλη (1.618.468 κάτ. το 1999), πρωτεύουσα της Πολωνίας και του βοϊβοδάτου (διοικητικού διαμερίσματος) της Μαζοβίας (35.597 τ. χλμ., 5.069.977 κάτ. το 1999), που εκτείνεται σε μεγάλο μέρος στα δεξιά του μέσου ρου του Βιστούλα, στο κάτω …   Dictionary of Greek

  • Γατελούζοι ή Κατελούζοι — Εξελληνισμένος τύπος του ονόματος της μεγάλης γενοβέζικης οικογένειας των Γκατιλούζιο (Gattilusio), που ηγεμόνευσε στη Λέσβο και σε άλλα νησιά του Αιγαίου πελάγους, από τα μέσα του 14ου αι. έως το 1462. Κυριότεροι εκπρόσωποί της είναι: 1.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”